Ο ΑΗ-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΙ Ο ΑΗ-ΓΙΩΡΓΗΣ
(Δύο ξεχωριστοί Άγιοι των Σαρακατσάνων)
Ένα
από τα κύρια χαρακτηριστικά των απανταχού Σαρακατσάνων ήταν η βαθύτατη θρησκευτικότητά τους. Και
αυτό το χαρακτηριστικό, όπως ήταν φυσικό, αποτελούσε γνώρισμα και των
Σαρακατσάνων του Τροβάτου, οι οποίοι ανέκαθεν διακρίνονταν για τα θρησκευτικά
τους συναισθήματα...
..Και το ότι οι Σαρακατσάνοι του Τροβάτου ήταν βαθύτατα θρήσκοι αποδεικνύεται από πολλές ενέργειές τους. Επισημαίνουμε μερικές απ’ αυτές: Όταν λόγου χάρη έφτιαχναν τις στρούγκες τους, έβαζαν κάτω από τα στρουγκολίθια σταυρουδάκια. Επίσης: σχημάτιζαν σταυρουδάκια πάνω στα κουδούνια, έκαναν το σταυρό τους πριν καθίσουν ν’ αρμέξουν τα πρόβατα, έβαζαν επάνω στις καλύβες τους σταυρό καμωμένο συνήθως από σπαραγγιά ή καλάμι και καλούσαν τον παπά να αγιάσει όταν αρρώσταιναν τα πρόβατα. Ακόμη, ζύμωναν Χριστόψωμα και Πρωτοχρονιάτικες κουλούρες και τις στόλιζαν όχι μόνο με σκηνές από την ποιμενική ζωή, αλλά και με σταυρούς.
Και, βέβαια, η βαθύτατη θρησκευτικότητα
των Τροβατιανών αποδεικνύεται περίτρανα
και από το γεγονός ότι παλαιότερα το Τροβάτο είχε εικοσιοχτώ εκκλησίες!!!
Δύο, όμως, άγιοι είχαν ξεχωριστή σημασία
για τους Σαρακατσάνους του Τροβάτου, όπως φυσικά, και για τους απανταχού
Σαρακατσάνους.
Ήταν οι δυο έφιπποι άγιοι: ο Άγιος Δημήτριος και ο Άγιος Γεώργιος.
Οι δύο αυτοί Άγιοι είχαν ιδιαίτερη σημασία
για τους Σαρακατσάνους γιατί θεωρούνταν και ήταν γι’ αυτούς χρονικά ορόσημα της
νομαδικής τους ζωής.
Η γιορτή του Αγίου
Δημητρίου (26 Οκτωβρίου) θεωρείται ορόσημο του χειμώνα και συνδυάζεται –
όσον αφορά την ποιμενική ζωή- με τη
γιορτή του Αγίου Γεωργίου (23 Απριλίου).
Οι δυο αυτές γιορτές αποτελούν και
τις χρονικές τομές που χωρίζουν το έτος σε δυο ίσα μέρη, το χειμερινό και το
θερινό εξάμηνο αντίστοιχα.
Αυτά τα δύο
χρονικά ορόσημα ήταν σημαντικά για τους Σαρακατσάνους και μπορώ να πω ότι
εύστοχα ειπώθηκε πως αποτελούσαν τα δυο τσελιγκοστάσια
το ανοιξιάτικο και το χινοπωριάτικο.
Και αυτό, γιατί τότε γίνονταν όλες οι ποιμενικές συμφωνίες. Λόγου χάρη τότε
γίνονταν οι γραφτές ή άγραφες συμφωνίες για ενοικίαση λιβαδιών και είχαν ως
αφετηρία και τέρμα τις ονομαστικές γιορτές των δυο αυτών αγίων.
Από τον Αη-Γιώργη
ως τον Αη-Δημήτρη ήταν οι θερινές βοσκές
και από τον Αη-Δημήτρη ως τον Αη-Γιώργη οι
χειμερινές.
Επίσης, τότε γίνονταν και οι προσλήψεις βοσκών καθώς και όποια
άλλη συμφωνία αφορούσε στη ζωή και τις ασχολίες των κτηνοτρόφων. Για τους Σαρακατσάνους του Τροβάτου οι δυο γιορτές των Αγίων καθόριζαν και το ετήσιο πρόγραμμά τους. Η γιορτή του Αγίου Δημητρίου σηματοδοτούσε το χρονικό σημείο που έπρεπε να πάρουν τη «στράτα» για τα χειμαδιά και η γιορτή του Αγίου Γεωργίου το χρονικό σημείο που έπρεπε να ξεκινήσουν την επάνοδό τους στο Τροβάτο.
Γι’ αυτό και οι Τροβατιανοί δε θα μπορούσαν να μην αφιερώσουν ναούς στους δυο
αυτούς Αγίους, που ήταν άρρηκτα συνδεδεμένοι με τη ζωή τους.
Στον
Αη-Δημήτρη, στον Κάτω Μαχαλά, οι Σαρακατσάνοι προσέρχονταν κατά τη γιορτή
του Αγίου και άκουγαν με κατάνυξη τη λειτουργία.
Ήθελαν να έχουν τη βοήθεια του Αγίου Δημητρίου και τη Χάρη του Τίμιου Σταυρού, που υπάρχει στο ναό.
Ο παπάς του χωριού, - παλιότερα ο σεβαστός παπα-Γιάννης, ύστερα ο αγιοπρεπής παπα-Γώγος και τελευταία ο αγαπητός παπα-Πέτρος-, τους ράντιζε με αγιασμό και τους ευχόταν – με τη βοήθεια του Αγίου Δημητρίου και τη χάρη του Τίμιου Σταυρού - να έχουν καλό ταξίδι για τα χειμαδιά και καλή επάνοδο την άνοιξη. Οι Σαρακατσάνοι και οι Σαρακατσάνισσες κρατούσαν ένα κλωνί βασιλικό απ’ αυτόν με τον οποίο τους αγίαζε ο παπάς, για να το έχουν ως φυλαχτό όλο τον καιρό που θα απουσίαζαν από το χωριό.
Ήθελαν να έχουν τη βοήθεια του Αγίου Δημητρίου και τη Χάρη του Τίμιου Σταυρού, που υπάρχει στο ναό.
Ο παπάς του χωριού, - παλιότερα ο σεβαστός παπα-Γιάννης, ύστερα ο αγιοπρεπής παπα-Γώγος και τελευταία ο αγαπητός παπα-Πέτρος-, τους ράντιζε με αγιασμό και τους ευχόταν – με τη βοήθεια του Αγίου Δημητρίου και τη χάρη του Τίμιου Σταυρού - να έχουν καλό ταξίδι για τα χειμαδιά και καλή επάνοδο την άνοιξη. Οι Σαρακατσάνοι και οι Σαρακατσάνισσες κρατούσαν ένα κλωνί βασιλικό απ’ αυτόν με τον οποίο τους αγίαζε ο παπάς, για να το έχουν ως φυλαχτό όλο τον καιρό που θα απουσίαζαν από το χωριό.
Αλλά και όταν ξεκινούσαν από το χωριό για
τα χειμαδιά στήριζαν την πίστη τους για καλό ταξίδι και καλή παραμονή και στον Άγιο Γεώργιο που ήταν και ο προστάτης
της στάνης τους. Η συντριπτική πλειονότητα των Τροβατιανών Σαρακατσάνων
πήγαινε προς την Αιτωλοακαρνανία. Γι’ αυτό και οι Τροβατιανοί είχαν κτίσει την
εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στην έξοδο του χωριού και πάνω στο δρόμο που θα
περνούσαν πηγαίνοντας για τα χειμαδιά. Εκεί λοιπόν έκανε στάση όλη η στάνη και
προσεύχονταν στον Αη-Γιώργη να προστατεύει τους ίδιους αλλά και το κοπάδι τους.
Και έτσι, στηρίζοντας την πίστη τους στους δυο Αγίους, έπαιρναν δύναμη και
εφοδιάζονταν με αισιοδοξία.
Ο Αη -Γιώργης όπως ήταν παλιά |
Ο Αη -Γιώργης όπως είναι σήμερα |
Και φτάνοντας στην εκκλησία του Αη-Γιώργη, πριν μπουν στο χωριό, πάλι σταματούσαν και ευχαριστούσαν τον Άγιο. Και όταν έφταναν στο χωριό πάλι στρέφονταν προς τον Αη – Δημήτρη, έκαναν το σταυρό τους και τον ευχαριστούσαν.
Οι Σαρακατσάνοι θεωρούσαν τους δύο αυτούς
Αγίους ισάξιους και τους ένιωθαν πολύ κοντά τους. Το γεγονός ότι παριστάνονταν
έφιπποι, - ο Άγιος Δημήτριος πάνω σε κόκκινο άλογο και ο Άγιος Γεώργιος πάνω σε
άσπρο-, συντελούσε ίσως συνειρμικά, ώστε να τους συναισθάνονται δικούς τους,
γιατί και οι ίδιοι αγαπούσαν ιδιαίτερα τα άλογα, αλλά και τα άλογά τους είχαν
ως κύρια μέσα εξυπηρέτησης των αναγκών τους.
Μάλιστα, τον Άγιο Γεώργιο τον παρίσταναν
πολλοί Σαρακατσάνοι πάνω στις αγκλίτσες τους ή και πολλές φορές τοποθετούσαν
στα μαντριά τους μια μικρή εικόνα του Αγίου. Επίσης, πολλές φορές πάνω στα
Χριστόψωμα και τις Πρωτοχρονιάτικες κουλούρες εκτός από τους σταυρούς
παρίσταναν και τον Αη- Γιώργη, τον προστάτη της στάνης τους. Κάποτε, που είχα
ρωτήσει έναν Σαρακατσάνο γιατί είχε κρεμάσει στο μαντρί του την εικόνα του
Αη-Γιώργη, μου απάντησε: όπως ο Άη –Γιώργης σκότωσε με τη λόγχη του το δράκο,
έτσι εξολοθρεύει κάθε κακό που μπορεί να απειλήσει το κοπάδι μου. Γι’ αυτό και
θεωρούμε τον Αη-Γιώργη προστάτη των κοπαδιών μας.
Όλα αυτά με τους Σαρακατσάνους συνέβαιναν
παλαιότερα. Τώρα τα τσελιγκάτα και η νομαδική κτηνοτροφία λιγόστεψαν
απελπιστικά. Η πλειονότητα των Σαρακατσάνων άλλαξε τρόπο ζωής. Αλλά και αυτή η
κτηνοτροφία που απέμεινε έχασε τη «γοητεία» και την «ποίησή» της. Η γραφικότητα
που είχε άλλοτε η ποιμενική ζωή πάει ν’ αφανιστεί εντελώς στον ίλιγγο της
τεχνολογικής εξέλιξης. Οι
συνθήκες πια άλλαξαν.
Στις μέρες μας δεν πρόκειται πια ν’ ακούσουμε την 15νθήμερη μουσική πανδαισία
και τη συναρπαστική συναυλία των κουδουνιών και των κυπριών των κοπαδιών κατά
την πορεία τους για τα χειμαδιά και την επιστροφή τους στα βουνά. Σήμερα δεν
υπάρχει πια Σαρακατσάνικη «στράτα».
Με φορτηγά αυτοκίνητα και με τρένα γίνεται η μετακίνηση των λιγοστών κοπαδιών
και μέσα σε μία ή το πολύ σε δύο μέρες φτάνουν στα χειμερινά ή τα θερινά τους
στανοτόπια.
Εμείς, που στην παιδική μας ηλικία ζήσαμε
έντονα τη Σαρακατσάνικη ζωή, είναι αλήθεια ότι νιώθουμε νοσταλγία, όταν
συζητάμε γι’ αυτήν. Και άθελά μας όλες αυτές οι θύμησες, οι εικόνες και ήχοι
της ποιμενικής ζωής μάς πλημμυρίζουν και φέρνουν στη σκέψη μας τους στίχους του
ποιητή, προσαρμοσμένους στην περίπτωσή μας:
« … Και με τον ήχο των για μια
στιγμή επιστρέφουν.
Ήχοι από την πρώτη ποίηση της
ζωής μας
σα μουσική τη νύχτα, μακρινή, που
σβήνει».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου